Στην πραγματικότητα όμως τίποτα δεν είναι παράδοξο για μια οικονομία που δεν άφησε ποτέ την αγορά να λειτουργήσει ελεύθερα. Οι παθογένειες πολλές αλλά αυτή που έχει υπάρξει κυρίαρχη όλων είναι η ασύδοτη τιμολογιακή πολιτική των πολυεθνικών. Είναι γνωστή πλέον η τεχνητή μεταφορά κερδών των πολυεθνικών από την Ελλάδα σε χώρες με χαμηλότερη φορολογία, μέσω υπερτιμολογήσεων ή υποτιμολογήσεων, με αποτέλεσμα οι τιμές να «φουσκώνουν» σε βάρος του έλληνα καταναλωτή και το Δημόσιο να χάνει έσοδα.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να καταλάβει πως κάτι δεν πάει καλά όταν βασικά προϊόντα στα ράφια των ελληνικών σουπερ μάρκετ κοστίζουν πολύ πιο ακριβά σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Στις περισσότερες των περιπτώσεων αυτό συμβαίνει διότι μία μητρική πολυεθνική εταιρεία, η οποία διαθέτει σημαντικό αριθμό θυγατρικών σε χώρες της ΕΕ, μπορεί να τιμολογεί τα προϊόντα της σε κάθε μία ξεχωριστά ανάλογα με το φορολογικό καθεστώς της χώρας που αυτή δραστηριοποιείται. Έτσι, αν η φορολογία είναι υψηλή, τότε υπερτιμολογεί την χονδρική τιμή του προϊόντος, με αποτέλεσμα η θυγατρική να εμφανίζει μικρότερα κέρδη και άρα να καταβάλει χαμηλότερο φόρο.
Ο πρώτος που άνοιξε αυτό το θέμα το 2008 ήταν ο τότε Υπουργός Ανάπτυξης Χρήστος Φώλιας. Το θέμα είναι πως ο νόμος ξεδοντιάστηκε, τον επόμενο χρόνο φτιάχτηκε και άλλος νόμος και έτσι η Ελλάδα κατάφερε να είναι η μόνη χώρα που για το ίδιο μείζον ζήτημα έχει δυο διαφορετικούς νόμους, έναν του Υπουργείου Ανάπτυξης κι έναν του Υπουργείου Οικονομικών και ασφαλώς δεν λειτουργεί κανένας. Διότι οι νόμοι στην Ελλάδα είναι πολλοί, προκειμένου ο ένας να ακυρώνει τον άλλο και έτσι να ζούμε στο βασίλειο της αυθαιρεσίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι έχουν περάσει τέσσερα ολόκληρα χρόνια και ο αρμόδιος μηχανισμός ελέγχου, είναι στελεχωμένος μόνο με έναν υπάλληλο, ο οποίος από τους 40 φακέλους που έχουν συγκεντρωθεί, έχει κατορθώσει να ελέγξει μόλις έναν!
Το πράγμα λοιπόν είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού. Η πολιτική των πολυεθνικών ασκείται ανενόχλητη και οι έλληνες πολιτικοί σφυρίζουν «κλέφτικα». Μαθαίνω πως τις τελευταίες μέρες υπάρχει στην κυβέρνηση εκ νέου κινητικότητα του ζητήματος καθώς η ακρίβεια έχει ξεφύγει από κάθε μέτρο. Γνώμη μου είναι πως δεν χρειάζεται να ανακαλύψουν τον τροχό. Το πλαίσιο του πρώτου νόμου είναι απολύτως επαρκές. Βούληση υπάρχει ή ρίχνουμε στάχτη στα μάτια του κόσμου;
Επειδή εδώ τα μισόλογα δεν χωρούν κι επειδή ο καταναλωτής έχει πληρώσει ακριβά και τον Αλογοσκούφη και τον Παπαθανασίου και το θέατρο των υπουργών που ακολούθησαν, τα ερωτήματα που θέτω είναι εξαιρετικά σαφή.
Υπάρχει η βούληση για υποχρέωση των συνδεδεμένων επιχειρήσεων να συναλλάσσονται μεταξύ τους ως ανεξάρτητες επιχειρήσεις, δηλαδή σε συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού, εφαρμόζοντας την αρχή των ίσων αποστάσεων, έτσι ώστε να διασφαλίζεται αφ’ ενός μεν ότι θα κερδίζουν από τις συναλλαγές τους ότι θα κέρδιζε και μια ανεξάρτητη εταιρεία κάτω από παρόμοιες συνθήκες, αφ ετέρου δε ότι η τιμή πώλησης των προϊόντων προς τον τελικό καταναλωτή θα ανταποκρίνεται στις πραγματικές συνθήκες της αγοράς;
Υπάρχει η βούληση ώστε σε περίπτωση καταγραφής τιμής πώλησης ενός προϊόντος διαφορετικής από χώρα σε χώρα, να συνεπάγεται αυτομάτως υποχρέωση τεκμηρίωσης αυτής της διαφοράς και να μην κάνουμε τα «στραβά μάτια»;
Υπάρχει η βούληση ώστε η υποχρέωση τεκμηρίωσης να επιβάλλεται σε όλες τις συναλλαγές μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα χωρίς εξαιρέσεις;
Υπάρχει η βούληση να οριστούν αυστηρές προθεσμίες για την κατάθεση των φακέλων ;
Υπάρχει η βούληση για αυστηρές διοικητικές και φορολογικές κυρώσεις σε βάρος όσων παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται;
Το θέμα δεν είναι να επιβληθεί μια ακόμα γραφειοκρατική υποχρέωση που δεν θα σημαίνει απολύτως τίποτα για τη λειτουργία της αγοράς και η οποία θα είναι απλά «το κάναμε για να το κάνουμε». Αλλιώς, βγείτε να πείτε στον κόσμο πως είσαστε «με τα χέρια κάτω» και …ο σώζων εαυτόν σωθείτο! Πιο έντιμη στάση θα είναι αυτή.
ΥΓ1: Ο «φωστήρας» που σκέφτηκε τη σύλληψη του Βαξεβάνη μπορεί να μας πει τι ακριβώς επεδίωκε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου