…Και περιμένει με Σειρήνες τον κάθε απογοητευμένο από την Ελλάδα Θεμιστοκλή…
Άκουγα με θλίψη και βαριά καρδιά κάποιες κουβέντες προ ημερών.
Νέα κοπέλα 36 ετών με πτυχίο Πολιτικών Επιστημών, επειδή δεν έχει ούτε λεφτά, ούτε Μπάρμπα στην Κορώνη ώστε να ασχοληθεί επαγγελματικά με αυτό που σπούδασε, αναγκάζεται για λόγους βιοπορισμού να ασχολείται με το λιανεμπόριο φτηνών ειδών ένδυσης.
Θα πει κάποιος βεβαίως πως η δουλειά δεν είναι ντροπή. Ναι, αλλά κάνει και διαφορά να «έχεις εκ διαμέτρου αντίθετα ενδιαφέροντα κι εκπαίδευση» (πχ θεωρητικά) και να αναγκάζεσαι να δουλεύεις σε κάτι εντελώς «άσχετο». Αυτό λέγεται (επιεικώς) «στρέβλωση της αγοράς και της κοινωνίας» και ωμά λέγεται «κρέμασμα του Πολίτη από μέρους της κοινωνίας του».
«Η Ελλάδα με φτύνει», έλεγε με πίκρα η κοπέλα. «Ξανά και ξανά, χρόνια και χρόνια τώρα.
Η ευνοϊκή κρατική οικονομική βοήθεια απευθύνεται πάντα μόνον στους Μεγάλους και τους «Ημέτερους». Ποτέ σ’ εμάς τους «μικρούς». Η εφορία και η (δήθεν) δικαιοσύνη κυνηγάει πάντα εμάς τους «μικρούς» και ποτέ τους «μεγάλους». Είμαστε ουσιαστικά χρεωκοπημένοι εγώ και η οικογένειά μου, τα παιδιά μου βιώνουν καθημερινά την οικονομική στέρηση και τη μιζέρια και ούτε καν το νήπιο δεν μου πήραν στον Δημοτικό Βρεφονηπιακό διότι προηγούνται όσοι έχουν ισχυρό μέσο και βεβαίως οι αλλοδαποί. Τι να αγαπήσω λοιπόν από την Ελλάδα, τι να παλέψω και για ποιόν; Για όλους αυτούς τους επιτήδειους και ημέτερους που επί τόσα και τόσα χρόνια μας πίνουν το αίμα για να καλοπερνάνε αυτοί; Γι’ αυτούς που αφού κατάκλεψαν τα πάντα, τώρα μου στέλνουν σαν νέοι φεουδάρχες τον ένοπλο επιστάτη (εφορία – τράπεζες - αστυνομία – δικηγόροι - Δικαστές) για να μου βάλει το μαχαίρι στο λαιμό να ξεπληρώσω ασήκωτα χρέη και φόρους που αδυνατώ να ξεπληρώσω; Για ποιόν να πολεμήσω; Γι’ αυτήν την Ελλάδα; Τους την χαρίζω. Στους πολιτικούς και τους βολεμένους».
Είπε κι άλλα πολλά, πνιγμένη από θυμό και βαθύτατη ανυπόκριτη οδύνη. Έσκυψα το κεφάλι. Κάτι μέσα μου αρνήθηκε να πάρει θέση εναντίον της. Ξεχείλιζε από πόνο, πίκρα και απόγνωση. Μέχρι πριν λίγες ημέρες ήταν γνήσια εθνικίστρια. Και μέσα μου ξέρω πως παραμένει εθνικίστρια. Αγαπάει την Ελλάδα. Γι’ αυτό και πονάει περισσότερο. Διότι κι ο πόνος της από τα δεινά που έχει υποφέρει αυτή και η οικογένειά της από την εγκληματική στάση της «Ελληνικής Κοινωνίας/Πολιτείας/Κατεστημένου» είναι εξίσου γνήσιος και υπαρκτός. Κι αυτή – λόγω της ιδεολογίας της - νοιώθει κομμένη στη μέση.
Σαν τι να της πεις; Ότι δεν είναι έτσι; Ότι η Ελλάδα δεν τρώει τα παιδιά της; Αυτή και η οικογένειά της δεν γνωρίζουν ούτε από διακοπές ούτε από διασκέδαση τα τελευταία δεκατρία χρόνια. Τι να της πεις και πώς να την ενθαρρύνεις;
«Μια ευκαιρία να μου δοθεί να φύγω σε άλλη χώρα – κι εννοούσε Δύση/Βορρά βεβαίως -, θα το κάνω χωρίς δεύτερη σκέψη», είπε με οργή εναλλασσόμενη με θλίψη, απόγνωση και απογοήτευση.
Άλλη μια απώλεια λοιπόν, άλλης μιας Ελληνικής ψυχής
Αυτή η σκέψη άρχισε να μου σφυροκοπάει ανελέητα το νου..
συνέχεια εδώ
Άκουγα με θλίψη και βαριά καρδιά κάποιες κουβέντες προ ημερών.
Νέα κοπέλα 36 ετών με πτυχίο Πολιτικών Επιστημών, επειδή δεν έχει ούτε λεφτά, ούτε Μπάρμπα στην Κορώνη ώστε να ασχοληθεί επαγγελματικά με αυτό που σπούδασε, αναγκάζεται για λόγους βιοπορισμού να ασχολείται με το λιανεμπόριο φτηνών ειδών ένδυσης.
Θα πει κάποιος βεβαίως πως η δουλειά δεν είναι ντροπή. Ναι, αλλά κάνει και διαφορά να «έχεις εκ διαμέτρου αντίθετα ενδιαφέροντα κι εκπαίδευση» (πχ θεωρητικά) και να αναγκάζεσαι να δουλεύεις σε κάτι εντελώς «άσχετο». Αυτό λέγεται (επιεικώς) «στρέβλωση της αγοράς και της κοινωνίας» και ωμά λέγεται «κρέμασμα του Πολίτη από μέρους της κοινωνίας του».
«Η Ελλάδα με φτύνει», έλεγε με πίκρα η κοπέλα. «Ξανά και ξανά, χρόνια και χρόνια τώρα.
Η ευνοϊκή κρατική οικονομική βοήθεια απευθύνεται πάντα μόνον στους Μεγάλους και τους «Ημέτερους». Ποτέ σ’ εμάς τους «μικρούς». Η εφορία και η (δήθεν) δικαιοσύνη κυνηγάει πάντα εμάς τους «μικρούς» και ποτέ τους «μεγάλους». Είμαστε ουσιαστικά χρεωκοπημένοι εγώ και η οικογένειά μου, τα παιδιά μου βιώνουν καθημερινά την οικονομική στέρηση και τη μιζέρια και ούτε καν το νήπιο δεν μου πήραν στον Δημοτικό Βρεφονηπιακό διότι προηγούνται όσοι έχουν ισχυρό μέσο και βεβαίως οι αλλοδαποί. Τι να αγαπήσω λοιπόν από την Ελλάδα, τι να παλέψω και για ποιόν; Για όλους αυτούς τους επιτήδειους και ημέτερους που επί τόσα και τόσα χρόνια μας πίνουν το αίμα για να καλοπερνάνε αυτοί; Γι’ αυτούς που αφού κατάκλεψαν τα πάντα, τώρα μου στέλνουν σαν νέοι φεουδάρχες τον ένοπλο επιστάτη (εφορία – τράπεζες - αστυνομία – δικηγόροι - Δικαστές) για να μου βάλει το μαχαίρι στο λαιμό να ξεπληρώσω ασήκωτα χρέη και φόρους που αδυνατώ να ξεπληρώσω; Για ποιόν να πολεμήσω; Γι’ αυτήν την Ελλάδα; Τους την χαρίζω. Στους πολιτικούς και τους βολεμένους».
Είπε κι άλλα πολλά, πνιγμένη από θυμό και βαθύτατη ανυπόκριτη οδύνη. Έσκυψα το κεφάλι. Κάτι μέσα μου αρνήθηκε να πάρει θέση εναντίον της. Ξεχείλιζε από πόνο, πίκρα και απόγνωση. Μέχρι πριν λίγες ημέρες ήταν γνήσια εθνικίστρια. Και μέσα μου ξέρω πως παραμένει εθνικίστρια. Αγαπάει την Ελλάδα. Γι’ αυτό και πονάει περισσότερο. Διότι κι ο πόνος της από τα δεινά που έχει υποφέρει αυτή και η οικογένειά της από την εγκληματική στάση της «Ελληνικής Κοινωνίας/Πολιτείας/Κατεστημένου» είναι εξίσου γνήσιος και υπαρκτός. Κι αυτή – λόγω της ιδεολογίας της - νοιώθει κομμένη στη μέση.
Σαν τι να της πεις; Ότι δεν είναι έτσι; Ότι η Ελλάδα δεν τρώει τα παιδιά της; Αυτή και η οικογένειά της δεν γνωρίζουν ούτε από διακοπές ούτε από διασκέδαση τα τελευταία δεκατρία χρόνια. Τι να της πεις και πώς να την ενθαρρύνεις;
«Μια ευκαιρία να μου δοθεί να φύγω σε άλλη χώρα – κι εννοούσε Δύση/Βορρά βεβαίως -, θα το κάνω χωρίς δεύτερη σκέψη», είπε με οργή εναλλασσόμενη με θλίψη, απόγνωση και απογοήτευση.
Άλλη μια απώλεια λοιπόν, άλλης μιας Ελληνικής ψυχής
Αυτή η σκέψη άρχισε να μου σφυροκοπάει ανελέητα το νου..
συνέχεια εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου