Αναζωπυρώθηκε το τελευταίο διάστημα η φημολογία περί συγχωνεύσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, μετά και τις παραινέσεις των ελεγκτών της τρόικας προς το Υπουργείο Οικονομικών για ενδυνάμωσή του, ώστε να καταστεί λιγότερο ευάλωτο σε μελλοντικές «επιθέσεις».
Όπως σε όλες τις ανάλογες συζητήσεις του παρελθόντος, έτσι και αυτή τη φορά στο επίκεντρο των σεναρίων μπήκαν Alpha Bank και Eurobank, καθώς είναι εκείνες οι δύο τράπεζες που έχουν τα οικονομικά μεγέθη, για να δημιουργήσουν έναν νέο πυλώνα που θα ξεπεράσει ακόμα και την Εθνική Τράπεζα.
Είναι ενδεικτικό ότι η συνένωση θα δημιουργούσε το μεγαλύτερο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα με ενεργητικό 177 δισεκατομμυρίων ευρώ, χορηγήσεις ύψους 110 δισ. ευρώ, καταθέσεις 83 δισεκατομμυρίων, δίκτυο 2.600 σημείων και 38.000 εργαζομένους.
Τα αντίστοιχα μεγέθη της Εθνικής Τράπεζας είναι: ενεργητικό 122 δισ. ευρώ, χορηγήσεις 75 δισ. ευρώ, καταθέσεις 68 δισ. ευρώ, 1.771 καταστήματα και 36.500 εργαζόμενοι.
«Λάδι στη φωτιά» έριξαν και οι συναντήσεις που είχε τις τελευταίες ημέρες ο υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου, τόσο με τον πρόεδρο της Alpha Bank, Γιάννη Κωστόπουλο, όσο και με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Eurobank, Νίκο Νανόπουλο.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι μέσα στο καλοκαίρι υπήρξαν διερευνητικές επαφές και ανάμεσα σε στελέχη των δύο τραπεζών, ορισμένα από τα οποία εκτιμούν ότι μέχρι τον Νοέμβριο το σκηνικό στον ελληνικό τραπεζικό χάρτη θα έχει αλλάξει.
Ο Παπακωνσταντίνου εντοπίζει κερδοσκόπους
Όλη αυτή η φημολογία, πάντως, διαψεύδεται από υψηλόβαθμα στελέχη τόσο της Alpha όσο και της Eurobank, τα οποία εξακολουθούν να δηλώνουν ότι με μια τέτοια κίνηση δεν επιλύεται το μέγα πρόβλημα της ρευστότητας.
Ο μόνος σίγουρος κερδισμένος, πάντως, μέχρι στιγμής, είναι ορισμένα κερδοσκοπικά κεφάλαια που τζόγαραν σε Λονδίνο και Ελλάδα, όπως παραδέχεται σε κατ’ ιδίαν συνομιλίες ακόμα και ο υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου.
Τα κέρδη και οι ζημίες
Μια συνένωση τέτοιου μεγέθους μοιάζει με ένα νόμισμα που έχει δύο όψεις: μία καλή και μία κακή.
Στην καλή πλευρά του νομίσματος βρίσκονται η μείωση του ανταγωνισμού για την προσέλκυση καταθέσεων, η πτώση των επιτοκίων, η δημιουργία συνθηκών για την αύξηση χορηγήσεων δανείων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, περιορισμός του κινδύνου εξαγοράς, δημιουργία αίσθησης ασφάλειας στο κοινό και μεγαλύτερης εμπιστοσύνης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Η κακή πλευρά του νομίσματος έχει να κάνει με τον περιορισμό του δικτύου και τις πιθανές απολύσεις, σε μια περίοδο έκρηξης της ανεργίας. Στον Γιάννη Κωστόπουλο αποδίδεται η εκτίμηση σε «πηγαδάκια», ότι, αν υπάρξει συγχώνευση δύο εκ των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών, τότε θα μπει «λουκέτο» σε περίπου 300 καταστήματα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους εργαζομένους σε αυτά. Αναλυτές εκφράζουν, επίσης, αμφιβολίες για το κατά πόσο μια τέτοια κίνηση αντιμετωπίζει αποτελεσματικά κινδύνους, όπως η έλλειψη ρευστότητας, η κεφαλαιακή επάρκεια και η έκθεση σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου.
Περιμένοντας την έκθεση
Την ίδια ώρα, με μεγάλο ενδιαφέρον αναμένεται περί τα μέσα Σεπτεμβρίου η έκθεση των εκπροσώπων των τριών μεγάλων τραπεζικών συμβούλων της ελληνικής κυβέρνησης (HSBC Bank Plc, Deutsche Bank AG London Branch και Lazard Frères SAS).
Στην έκθεση, εκτός από τις προτάσεις κα τις παρατηρήσεις για το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα, θα περιλαμβάνεται η γνωμοδότηση για δύο προτάσεις συγχωνεύσεων που, ήδη, βρίσκονται στο τραπέζι.
Από τη μία η πρόταση της Τράπεζας Πειραιώς για την απόκτηση της ΑΤΕbank και του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, και από την άλλη η πρόταση της ΑΤΕbank να συγχωνευθεί με το Τ.Τ., το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και την Τράπεζα Αττικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου