«Το δάνειον δεν πρέπει να το στοχάζεσθε πολλά μεγάλην ευεργασίαν και εις αυτόν τον διάβολον ήθελαν μετά χαράς δανείσειν αργύρια, αν ο διάβολος είχε να τους ασφαλίσει με ενέχυρα». Α. Κοραής
Τι άλλαξε, άραγε, στα 189 συναπτά έτη από την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της ελλαδικής επικράτειας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως προς το «γονιδιακό» πρόβλημα που βασανίζει έκτοτε την οικονομία αυτού του τόπου; Δηλαδή, την εξεύρεση πόρων.
Ο Αδαμάντιος Κοραής δεν ήταν μόνο λόγιος. Δεν ήταν αποκλειστικά ένας ιδιότυπος «μεταβιβαστής» του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού στη βαλκανική και εν πολλοίς πρωτόγονη πολιτικά περιφέρεια της Δυτικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ήταν πάνω απ' όλα ένας πρώιμος αστός στους διαδρόμους των ευρωπαϊκών σαλονιών και δέκτης των μύχιων σκέψεων των ισχυρών της εποχής του. Γνώριζε πρόσωπα και πράγματα, αλλά και συνελάμβανε τα μηνύματά τους. Η προειδοποίηση που απευθύνει, λοιπόν, στους συνομιλητές του θυμίζει εντυπωσιακά τις συζητήσεις που δίνουν και παίρνουν στα τηλεπαράθυρα της σύγχρονης Ελλάδας ως προς το μείζον ζήτημα της ελληνικής οικονομίας. Την διασφάλιση βοήθειας από την Εσπερία.
Ο δανεισμός και μάλιστα ο δυσανάλογος δανεισμός σε σχέση με τον παραγόμενο πλούτο, αλλά και την διάθεση των «εχόντων και κατεχόντων» να καταβάλουν το τίμημα που τους αναλογεί ήταν εξαρχής το κύριο μέλημα των κυβερνώντων. Στη χαραυγή του ξεσηκωμού του 1821, δύο στελέχη του πυρήνα της πρώτης απόπειρας διακυβέρνησης, του «Αρείου Πάγου» της Ανατολικής Στερεάς, κάποιος Κεφαλάς και ένας Δροσινός, αναλαμβάνουν να διεκπεραιώσουν μία εξαιρετικά δύσκολη αποστολή. Τη σύναψη δανείου με ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥΣ ΟΙΚΟΥΣ για τα πρώτα έξοδα του εθνικού αγώνα. Οι πρώτες εκτιμήσεις δεν διαφέρουν κατά πολύ από τις σημερινές. Άτεγκτοι και σκληροί τραπεζίτες, υπέρογκα επιτόκια, αιματηρά ανταλλάγματα. Αν αλλάξει κανείς τα κανόνια και τα άχρηστα λιανοντούφεκα με το υποβρύχιο Παπανικολής που μπατάρει και αν κανείς αναλογιστεί τις συναλλαγματικές αντιστοιχίες της εποχής, θα καταλήξει στο αβασάνιστο συμπέρασμα πως, από την Πρωσία των αρχών του 19ου αιώνα έως την Μέρκελ του 21ου, ούτε η νοοτροπία ούτε και η διάθεση του Βερολίνου άλλαξε. Διαβάζουμε στα χρονικά της εποχής αλλά σε γλώσσα σύγχρονη:
«Ήδη από τον Νοέμβριο του 1821, η τοπική εξουσία της Ανατολικής Στερεάς ''Άρειος Πάγος'' έστειλε στη Γερμανία τον Θεοχάρη Κεφαλά και τον Χ. Δροσινό, για να διαπραγματευθούν δάνειο 150.000 φλορινίων. Ο φιλέλληνας καθηγητής στο Μόναχο Ειρηναίος Θείρσιος είχε υποδείξει με επιστολή του ότι θα μπορούσαν να βρεθούν χρήματα στη Γερμανία, γι’ αυτό κι αποφασίστηκε η αποστολή των δύο ανωτέρω, οι οποίοι επέστρεψαν στο τέλος του 1822, έχοντας συνομολογήσει δύο δάνεια: ένα στη Ζυρίχη {40.000 φλορίνια} κι ένα στη Μασσαλία {62.000 φλορίνια}. Δεν ξέρουμε αν έφερε χρήματα ο Κεφάλας στην Κυβέρνηση, η οποία εντούτοις επικύρωσε την οφειλή! Παραγγέλθηκαν έτσι δύο κανόνια και άλλα στρατιωτικά είδη που δεν έφτασαν ποτέ στην Ελλάδα και εξοπλίστηκε ένα στρατιωτικό σώμα Γερμανών φιλελλήνων που ήρθε στην Ελλάδα, αλλά δεν κατέστη δυνατόν να μισθοδοτηθεί, αφού το δάνειο δεν δώθηκε! Εδώ ακριβώς αρχίζει η εμπλοκή στο θέμα αυτό των μυστικών εταιρειών και ταγμάτων: τα νεοσυσταθέντα φιλελληνικά κομιτάτα της Ευρώπης έχουν ουσιαστικά τέτοια προέλευση. Όπως γράφει ο Κυρ. Σιμόπουλος σχετικά με τα συγκεκριμένα δάνεια, τα γερμανοελβετικά φιλελληνικά κομιτάτα συμψήφισαν τις δαπάνες του εξοπλισμού και της αποστολής αυτής της ''λεγεώνας'' με το δάνειο των 150.000 φλορινίων και ζητούσαν επιπλέον και την επιστροφή του με τόκο! Οι «φιλέλληνες » των γερμανοελβετικών Κομιτάτων αγόρασαν άχρηστα τουφέκια, κάτι που διαπιστώθηκε όταν εμφανίστηκαν οι εθελοντές της «Λεγεώνας» στην Ύδρα. Οι ξένοι θέλησαν να επιδείξουν τη στρατιωτική τους πείρα με μια χαιρετιστήρια ομοβροντία, αλλά όταν ο διοικητής έδωσε το παράγγελμα «πυρ», τα τουφέκια δεν πήραν φωτιά, γιατί, όπως αφηγείται, ο αυτόπτης Heinrich Kiefer ήταν σκουριασμένα {υπό τους καγχασμούς των Υδραίων! }.
Οι Κεφαλάς και Δροσινός ήταν προφανώς άτυχοι διαπραγματευτές. Οι συνθήκες και τα κατάλοιπα της Ιεράς Συμμαχίας δεν άφηναν και πολλά περιθώρια εντός του τριγώνου της απληστίας, Βερολίνο. Βιέννη, Τεργέστη κατ' αρχήν. Η Γαλλία το 1821 βίωνε τις επιπτώσεις του ναπολεόντειου συνδρόμου, με τον κορσικανό να καταλήγει άδοξα στην Αγία Ελένη και το Λονδίνο να αναλαμβάνει την παγκόσμια κυριαρχία. Η αναδυόμενη κρατική οντότητα της Ελλάδας ξανακτυπά την πόρτα της Ευρώπης.
Το χρονικό
«Στις 12 Απριλίου 1823, η έκθεση της δωδεκαμελούς επιτροπής, που είχε ορίσει η Β' Εθνοσυνέλευση, για να συντάξει ένα πρόχειρο προϋπολογισμό του επαναστατημένου Έθνους δεν άφηνε κανένα περιθώριο για την κρισιμότητα της κατάστασης: Τα έξοδα του πρώτου εξαμήνου του 1823 θα ανέρχονταν σε 38 εκατομμύρια γρόσια και τα έσοδα σε μόλις 12 εκατομμύρια γρόσια. Η φορολογία, οι τελωνειακοί δασμοί, οι λείες, τα λάφυρα, τα λύτρα, ο εσωτερικός δανεισμός, οι εισφορές ντόπιων και φιλελλήνων δεν ήταν ικανές να ισοσκελίσουν τον προϋπολογισμό. Η έκθεση της Επιτροπής κατέληγε με την προτροπή να γίνεται καλύτερη διαχείριση του δημόσιου χρήματος από τους τοπικούς άρχοντες και την ανάγκη να αναζητηθούν νέοι πόροι. Η ανάγκη εξωτερικού δανεισμού ήταν πλέον μονόδρομος.
Στις 2 Ιουνίου 1823, το Εκτελεστικό (Κυβέρνηση) εξουσιοδότησε τους Ιωάννη Ορλάνδο, Ανδρέα Ζαΐμη και Ανδρέα Λουριώτη να μεταβούν στο Λονδίνο και να συνάψουν δάνειο 4.000.000 ισπανικών ταλίρων. Η επιτροπή καθυστέρησε να αναχωρήσει, λόγω έλλειψης χρημάτων για τα έξοδα του ταξιδιού, τα οποία κάλυψε με δάνειο ο Λόρδος Βύρων. Στις 26 Ιανουαρίου 1824, ο Ιωάννης Ορλάνδος και ο Ανδρέας Λουριώτης έφθασαν στην αγγλική πρωτεύουσα και ύστερα από έντονες διαπραγματεύσεις, στις οποίες πήραν μέρος και μέλη του Φιλελληνικού Κομιτάτου, συνομολόγησαν ένα δάνειο 800.000 λιρών με τον οίκο Λόφναν (9 Φεβρουαρίου 1824). Το δάνειο είχε τόκο 5%, προμήθεια 3%, ασφάλιστρα 1,5% και περίοδο αποπληρωμής 36 χρόνια. Ως εγγύηση για την αποπληρωμή του δανείου τέθηκαν από ελληνικής πλευράς τα δημόσια κτήματα και όλα τα δημόσια έσοδα.
Όμως, το ποσό που έφθασε στην επαναστατική διοίκηση ήταν μόλις 298.000 λίρες, αφού το παραχωρούμενο δάνειο είχε οριστεί στο 59% του ονομαστικού (472.000 λίρες) και από αυτό παρακρατήθηκαν 80.000 ως προκαταβολή τόκων δύο ετών, 16.000 για χρεολύσια, 2.000 ως προμήθεια και άλλες δαπάνες. Σύμφωνα με τη δανειακή σύμβαση, το ποσό θα αποστέλλονταν στις Τράπεζες Λογοθέτη και Βαρφ, που έδρευσαν στην αγγλοκρατούμενη Ζάκυνθο και θα παραδίδονταν τμηματικά στην ελληνική κυβέρνηση, ύστερα από έγκριση της επιτροπής που την αποτελούσαν ο Λόρδος Βύρων, ο συνταγματάρχης Στάνχοπ και ο Λάζαρος Κουντουριώτης.
Παρότι «ληστρικό», το δάνειο χαιρετίστηκε στην Ελλάδα ως πολιτική επιτυχία της Επανάστασης και ως έμμεση αναγνώριση του ελληνικού κράτους. Πάντως, οι ελπίδες που στηρίχτηκαν πάνω του θα διαψευστούν οικτρά, καθώς θα χρησιμοποιηθεί, για να κερδίσει η παράταξη Κουντουριώτη την εμφύλια διαμάχη. Μεγάλη ευθύνη για τους δυσμενείς όρους σύναψης του δανείου είχαν και οι δύο διαπραγματευτές, ο Γιαννιώτης πολιτικός Ανδρέας Λουριώτης και ο Σπετσιώτης πλοιοκτήτης Ιωάννης Ορλάνδος, οι οποίοι σπατάλησαν μεγάλα ποσά στο Λονδίνο, ζώντας πολυτελώς, σε αντίθεση με τους αγωνιστές, που πολεμούσαν με μεγάλες στερήσεις».
Ευρώ, ή Φιορίνι, δολάριο ή ισπανικά τάλιρα
Η παραπάνω διήγηση θα μπορούσε ανέτως να αντικατασταθεί από τις σύγχρονες περί Διεθνούς Νομισματικού ταμείου και Eurogroup ή μεταξύ Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ακόμη και ως προς τις λεπτομέρειες της διήγησης καταγράφεται ομοιότητα. Πόσο άραγε διαφορετική ήταν η συμπεριφορά των τότε διαπραγματευτών που διήγαν βίον πολυτελή με τα επιβαρυντικά έξοδα των συγχρόνων απεσταλμένων (βλέπε Άμπου Ντάμπι και συμφωνία για τον Σκαραμαγκά με την υψηλού κόστους και επιπέδου ελληνική αποστολή). Πόσο διαφοερτικοί είναι οι όροι δανειοδότησης που επιβάλλονταν τότε, οι τμηματικές εισπράξεις του δανείου, ο ασφυκτικός έλεγχος από τους διεθνείς τραπεζίτες και η ανομολόγητη, πλην όμως ευρέως γνωστή συμπεριφορά των ημετέρων πυλώνων της οικονομικής δραστηριότητας (Τραπεζίται τε και παράγοντες, επονομαζόμενοι και Golden Boys). Τα ονόματα άλλαξαν, αλλά οι «Οίκοι» εκτελούν τις αποφάσεις τους με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Για του λόγου το αληθές, στη «Σκιαγραφία της Ελληνικής Επανάστασης» του φιλέλληνος Χάου επισημαίνεται:
«Αργότερα, βέβαια, ο Κοντόσταυλος έχτισε στην Αθήνα πολυτελές σπίτι, εκεί όπου είναι τώρα η Παλαιά Βουλή… Κατηγορήθηκε ότι αυτό προερχόταν από χρήματα του αγγλικού δανείου για την παραγγελία των φρεγατών στην Αμερική και ένας σατιρικός ποιητής έγραψε: «Ο οίκος σου, Κοντόσταυλε, μακρόθεν ομοιάζει τρίκροτον εξ Αμερικής, εξ ου αυτός πηγάζει »…
Όμως, ο καθηγητής Α. Ανδρεάδης ανασκεύασε τις κατηγορίες κατά του Κοντόσταυλου, τον οποίο θεωρεί πατριώτη και ευθύ άτομο. Ο ίδιος συγγραφέας ωστόσο έγραψε: «Ομολογουμένως η ιστορία των δανείων είναι μία των θλιβερότερων σελίδων της Επαναστάσεως».
Οι Άγγλοι δανειστές βγήκαν ωφελημένοι. Όπως έγραψε ο Νικ. Σπηλιάδης «σήμερον σπείρουσιν ολίγα χρήματα, διά να θερίσωσιν αύριον πολλαπλάσια». Ο Φωτάκας, αφού επισημαίνει ότι είχαν εξασφαλίσει τα κεφάλαιά τους με τα εθνικά κτήματα, κρίνει ότι με τα δάνειά τους «θα εφαίνοντο και ευεργέται των Ελλήνων εις το μέλλον». Ο δε Κοραής έγραψε ότι το δάνειο δεν πρέπει να θεωρείται ως μεγάλη ευεργεσία, αλλά «η ελπιζόμενη μεγάλη ευεργεσία και μέλλουσα μετ’ ολίγον να μας δοθεί από την Αγγλικήν κυβέρνηση είναι η ομολογία και διακήρυξις της Ελληνικής αυτονομίας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου